Οι γυναίκες και η φασιστική τέχνη

Mario Sironi, The Family
Το φασιστικό κίνημα στην Ιταλία τα τέλη της δεκαετίας του ’30 στην προσπάθεια να τονώσει την εθνική υπερηφάνεια του λαού και να καταπολεμήσει τα συμπλέγματα κατωτερότητας απέναντι στα άλλα, πιο ισχυρά κράτη της εποχής, συνειδητά σε κάθε ευκαιρία προέβαλε την σύνδεση της Ιταλίας του Μεσοπολέμου με την Αρχαία Ρώμη.

Ο έλεγχος και η άσκηση της εξουσίας αποτελεί μια σταθερά στις ανθρώπινες κοινωνίες. Όσοι κατέχουν, ασκούν, ή επιθυμούν να καταλάβουν την εξουσία βασίστηκαν, ανέκαθεν, στη δυνατότητα της εικόνας να πείθει το κοινό. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η μελέτη των τρόπων με τους οποίους τα απολυταρχικά καθεστώτα και η εξουσία χρησιμοποιούν την εικαστική δημιουργία για να πετύχουν το σκοπό τους. Πρέπει να μάθουμε να κοιτάμε κριτικά την εικόνα και να την αποκωδικοποιούμε προκειμένου να αναγνωρίσουμε το βαθύτερο νόημά της και να την κατανοήσουμε στο πολιτισμικό και ιστορικό της πλαίσιο.

Η μελέτη της ιστορίας των λειτουργιών που έχει γνωρίσει η τέχνη στις διάφορες εποχές και στους διάφορους πολιτισμούς ταυτίζεται, στην ουσία, με τη μελέτη της έννοιας και του περιεχομένου του έργου τέχνης, τις κοινωνικές αντιλήψεις για την τέχνη, τη θέση του καλλιτέχνη στην εκάστοτε κοινωνία, τις θεωρίες για την τέχνη, τους θεσμούς και τους μηχανισμούς προώθησης της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Τι θέση θα μπορούσε να κατέχει σ’ αυτή τη σκηνή η γυναίκα; Ως εικαστική δημιουργός καμία. Οι γυναίκες δεν εκφράστηκαν εικαστικά μέσα από τα κινήματα που ανέδειξαν το φασιστικό πνεύμα!

Το φασιστικό κόμμα στην Ιταλία προώθησε την στιλιστική επιστροφή στον κλασικισμό, σε πιο συντηρητικά μοτίβα και φόρμες, όμως αποδέχτηκε και νέα κινήματα όπως τον φουτουρισμό. Κατά περίπτωση μεταχειρίστηκε άριστα και τα δύο, πότε για να τονίσει την σχέση της χώρας με την αρχαία Ιστορία της και πότε για να δώσει έμφαση στο μέλλον, τα επιτεύγματα, τις καινοτομίες, αλλά και την θέση της σύγχρονης Ιταλίας στην Ευρώπη και τον κόσμο.

Για τον Μουσολίνι η πολιτική γραμμή και η καλλιτεχνική έκφραση του Ιταλικού λαού συνδέονταν στενά. Ένας από τους στόχους του για την ανάδειξη του μεγαλείου του Ιταλικού Έθνους (αλλά και όχημα ελέγχου) ήταν η δημιουργία μιας νέας, “φασιστικής“, μορφής έκφρασης στις Καλές και Εφαρμοσμένες Τέχνες καθώς και την Αρχιτεκτονική, που θα αντικατόπτριζε την δύναμη της χώρας αλλά και του ίδιου του ηγέτη της.

Οι εικόνες του στρατιώτη, του απλού εργάτη αλλά και του ευτυχισμένου αγρότη στην ύπαιθρο, εξυψώθηκαν σε ηρωικές μορφές και συνδέθηκαν τόσο με την “πορεία στην Ρώμη” αλλά και με το πρόγραμμα που ακολούθησε το κράτος για να πετύχει αυτάρκεια στα σιτηρά. Με αντίστοιχο τρόπο, ο ρόλος της γυναίκας ως μητέρα -και κατά συνέπεια μητέρας του έθνους-, ήταν μια από τις επίσης δημοφιλείς εικόνες που προήγαγε το φασιστικό καθεστώς.

Σε αντίθεση με το Γερμανικό μοντέλο αυστηρής προπαγάνδας, λογοκρισίας και διωγμών, η κυβέρνηση του Μουσολίνι οργάνωσε τους καλλιτέχνες σε ανδροκρατούμενα σωματεία τα οποία ήταν κηδεμονευόμενα από το Ιταλικό κράτος /Φασιστικό Κόμμα. Έτσι, κάθε μορφή δημιουργικής έκφρασης μπορούσε να ελεγχθεί και κάθε άποψη που παρέκλινε ή διαφωνούσε με την επίσημη γραμμή μπορούσε να αντιμετωπιστεί και να φιμωθεί μέσα από την δομή αυτών των σωματείων. Μια νέα μέθοδος χειραγώγησης του Μουσολίνι ήταν η διοργάνωση μεγάλων εκδηλώσεων στα πρότυπα των Διεθνών Εκθέσεων για να προβάλλει τη γραμμή του στον Ιταλικό λαό αλλά και στο εξωτερικό οι οποίες δεχόντουσαν χιλιάδες επισκέπτες από το σύνολο του Ιταλικού Λαού. Στόχος ήταν η παρουσίαση των επιτευγμάτων του έθνους σαν Ιστορικοί εορτασμοί της Ιταλίας, του Φασισμού, στον τεχνολογικό, βιομηχανικό και αγροτικό τομέα και η διαμόρφωση μιας αισθητικής συναίνεσης, μιας ομοφωνίας ανάμεσα στους πολίτες και το κράτος.

Antonio Donghi, Le Baptême
Εκείνη την εποχή οι γυναίκες δεν είχαν κάποιο ρόλο στη δημόσια ζωή. Ήταν εν πολλοίς απούσες. Ελάχιστες αστές σπούδαζαν και προφανώς οι σχολές στις οποίες είχαν πρόσβαση, ήταν αυστηρά θηλέων. Ο προορισμός τους ήταν να δημιουργήσουν οικογένεια. Η μόνη τέχνη στην οποία υπήρχε ελευθερία έκφρασης ήταν η ποίηση-λογοτεχνία. Μέσα στο σπίτι σε χρόνο που ξέκλεβαν μπορούσαν να γράφουν. Αν όμως οι δημιουργίες τους έβλεπαν το φως της δημοσιότητας ήταν κατ’ εξοχήν θέμα τύχης.

Οι αστές ήσαν κλεισμένες στα οικογενειακά τείχη. Η ασχολία τους; μητέρες και σύζυγοι. Οι ανύπαντρες και άτεκνες ήσαν από πάντα «καταραμένες» καθώς είχαν τον ελεύθερο χρόνο να σκεφτούν και να γίνουν επικίνδυνες για την «καθεστηκυία τάξη». Αυτές οι τελευταίες προβάλλονται ως πόρνες. Διότι τι άλλο να κάνει μία ελεύθερη και ανύπαντρη γυναίκα;

Αντίστοιχα προτείνεται και αναδεικνύεται ο ρόλος της ενάρετης συζύγου και κατ’ εξοχήν της μητρότητας, ως κυρίαρχη επιλογή, εθνικής ευθύνης για την επάνδρωση του δοξασμένου εθνικού στρατού. Προφανώς το τέκνο της προπαγανδιζόμενης μητρότητας είναι ο πολυπόθητος αρσενικός απόγονος.

Απ’ την άλλη οι αγρότισσες δυνατές και ανεξαρτητοποιημένες λόγω εργασιακών συνθηκών ήσαν δυναμικός μοχλός ανατροπής. Έτσι προβάλλονται, υγιείς, ρωμαλέες γυναικείες μορφές αγροτισσών, να καλλιεργούν τη γη για να τραφεί ο ένδοξος εθνικός στρατός με σιτηρά, ηρωικές μορφές, πρότυπο θαυμασμού και σεβασμού από το λαό. Η αγρότισσα μάνα είναι προτεινόμενο σύμβολο πολύ συχνά στα απολυταρχικά καθεστώτα.

Οι γυναίκες λοιπόν ως αντικείμενο της τέχνης, αντικείμενο της προπαγάνδας και αντικείμενο εξατομικευμένης δέσμευσης στα δεσμά του καθωσπρεπισμού και του εθνικού μεγαλείου, αποτελούν εργαλείο προπαγάνδας για τον φασισμό. Αποδίδονται με νεοκλασικιστική κενότητα, όπως εξ άλλου και στον σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Γυναικείες μορφές, άδειες από ζωή, μνημειακά κελύφη, που προτείνουν μεγαλειώδη μηνύματα για την εξυπηρέτηση των σκοπών «σοφών ανδρών». Σήμερα αυτή η νοοτροπία δεν είναι εκδηλωμένη. Δεν έχει αναπαραχθεί επικαιροποιημένη τέτοια τέχνη που να προτείνεται στον δημόσιο χώρο. Όχι ότι δεν υπάρχουν διάφορες ομάδες που επικαλούνται τη δόξα της «Αρχαίας Ελλάδας», αλλά δεν πρόκειται για κάτι καθιερωμένο. Βρισκόμαστε ακόμα ευτυχώς στην εποχή της εκφυλισμένης τέχνης[i].




--------------
[i] Σύμφωνα με την Βικιπαίδεια, Εκφυλισμένη τέχνη (γερμανικά: Entartete Kunst) είναι ο όρος που χρησιμοποίησε το ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας για να περιγράψει ουσιαστικά οποιαδήποτε μορφή μοντέρνας τέχνης. Η τέχνη αυτού του είδους απαγορεύτηκε, με τη δικαιολογία ότι η φύση της ήταν μη-γερμανική ή “εβραιο-μπολσεβίκικη” και οι δημιουργοί της, που χαρακτηρίστηκαν “εκφυλισμένοι καλλιτέχνες”, υπέστησαν διώξεις και ποινές. Διώχτηκαν από τις θέσεις διδασκαλίας σε πανεπιστήμια και σχολές, τους απαγορεύτηκε να εκθέτουν και να πωλούν τα έργα τους και σε ορισμένες περιπτώσεις τους απαγορεύτηκε συνολικά να παράγουν τέχνη. Η “Έκθεση Εκφυλισμένης Τέχνης”, που διοργανώθηκε από το ναζιστικό κόμμα στο Μόναχο το 1937, αποτελούνταν από μοντερνιστικά έργα τέχνης, τοποθετημένα στο χώρο με χαοτικό τρόπο και συνοδευόμενα από απαξιωτικά, προπαγανδιστικά συνθήματα. Έχοντας σαν σκοπό της να στρέψει την κοινή γνώμη κατά του μοντερνισμού, η έκθεση ταξίδεψε σε αρκετές ακόμα πόλεις της Γερμανίας και της Αυστρίας. Η τέχνη που επέτρεπαν οι Ναζί να υπάρχει ήταν η -καθορισμένη σε στενά όρια- παραδοσιακή στο ύφος, που εξύψωνε τα ιδανικά της φυλετικής καθαρότητας, του μιλιταρισμού και της υποταγής στην εξουσία. Όμοια, η μουσική έπρεπε να είναι τονική, χωρίς επιρροές από την τζαζ που οι Ναζί θεωρούσαν μουσική των μαύρων και των Εβραίων. Οι ταινίες και τα θεατρικά έργα λογοκρίνονταν με το ίδιο σκεπτικό.



Gino Severini, Οδαλίσκη με καθρέπτες

Luciano Riccheti – Mother and Child

Ubaldo Cosimo Veneziani, Portrait of Mother and Child

Adolfo Tommasi, το άχυρο του σταριού

Vetrerie Salir, βάζο με ρωμαϊκό χαιρετισμό


Πηγή: www.fylosykis.gr