Οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης με τα μάτια των μαθητών, όπως τις κατέγραψε έρευνα εκπαιδευτικού σε παιδιά ηλικίας 12-15 ετών.
Αν ξεφύγει κανείς από τις κυβερνητικές διακηρύξεις που φλυαρούν πάνω στα συντρίμμια της φτώχειας και της ανεργίας, ο αντικειμενικότερος καθρέφτης για τις ψυχοσυναισθηματικές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στους μαθητές είναι οι ίδιες οι αναπαραστάσεις των παιδιών – ο τρόπος, δηλαδή, που βιώνουν τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα και οι όροι με τους οποίους τα αντιλαμβάνονται.
Στις αντιλήψεις των μαθητών για τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης έρχεται να απαντήσει μια πρόσφατη έρευνα που πραγματοποίησε ο εκπαιδευτικός και διευθυντής του 9ου Γυμνασίου Καλλιθέας δρ Νίκος Αναστασάτος σε 224 μαθητές γυμνασίου, ηλικίας 12-15 ετών.
Αρχικά, επιβάλλεται να αναφερθούμε στο γεγονός ότι εδώ και αρκετό καιρό οι μαθητές αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα λόγω της κρίσης. Για παράδειγμα, πολλά παιδιά δεν μπορούν να πληρώσουν για τις εκδρομές που διοργανώνονται από το σχολείο, άλλοι δεν μπορούν να δώσουν λεφτά για τα υλικά που χρειάζονται για κάποια μαθήματα, όπως για το μάθημα της τεχνολογίας… Το σοβαρότερο πρόβλημα, όμως, είναι ότι κάποιοι μαθητές αδυνατούν να αγοράσουν το κολατσιό τους.
Από τα συμπεράσματα της έρευνας φαίνεται καθαρά ότι η πλειοψηφία των μαθητών νιώθουν ανασφάλεια για το μέλλον τους και ότι η οικονομική κρίση τούς δημιουργεί θλίψη. Το ένα τρίτο των μαθητών δηλώνει πως νιώθει περισσότερη μοναξιά. Το ένα πέμπτο των μαθητών δηλώνουν ότι λόγω της κατάστασης δεν έχουν ιδιαίτερη διάθεση για κοινωνικές συναναστροφές και εξωσχολικές δραστηριότητες. Το ένα δέκατο δεν έχει διάθεση ούτε για διασκέδαση. Η συντριπτική πλειοψηφία τους δηλώνει ότι ο τρόπος που παρουσιάζουν τις ειδήσεις τα τηλεοπτικά κανάλια τούς δημιουργεί άγχος. Τα δύο πέμπτα συνδυάζουν τις σπουδές που θα ήθελαν να κάνουν όχι με αυτό που τους αρέσει, αλλά με το πόσο θα τους διευκολύνει να βρουν εργασία· παράλληλα, όμως, η πλειοψηφία πιστεύει πως ό,τι κι αν σπουδάσει θα βρει δύσκολα δουλειά. Στοιχεία άκρως ανησυχητικά για την ψυχική υγεία των παιδιών, όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο ερευνητής Νίκος Αναστασάτος.
Τα δύο πέμπτα των μαθητών λόγω της κατάστασης δεν έχουν ιδιαίτερη διάθεση για τα μαθήματα. Τα τρία δέκατα έχουν σταματήσει το φροντιστήριο και το ίδιο ποσοστό τη δεύτερη ξένη γλώσσα.
Παράλληλα όμως, εκτός αυτών των αρνητικών στοιχείων, καταγράφονται θετικά ευρήματα, όπως ότι πάνω από τους μισούς μαθητές θεωρούν πως το σχολείο τους συνέβαλε να γίνουν πιο ανεκτικοί απέναντι στους άλλους και επίσης η συντριπτική πλειοψηφία δηλώνει ότι τους βοηθά να συνειδητοποιήσουν την υπάρχουσα κατάσταση και να θέσουν συγκεκριμένους στόχους στη ζωή τους.
Σχεδόν οι μισοί μαθητές δηλώνουν ότι οι γονείς τους φοβούνται ότι θα χάσουν τη δουλειά τους. Συγκριτικά με πριν από δύο χρόνια, οι γονείς που είχαν αισιοδοξία για τη σταθερότητα της εργασίας τους μειώθηκαν. Το ένα τρίτο των μαθητών δηλώνουν ότι η συμπεριφορά των γονιών τους έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια και λίγο περισσότεροι ότι τους μείωσαν το χαρτζιλίκι που τους έδιναν (αυξήθηκε το ποσοστό στα τελευταία δύο χρόνια). Στα τέσσερα δέκατα των οικογενειών των μαθητών υποβαθμίστηκε το βιοτικό επίπεδο. Τα δυο πέμπτα δηλώνουν ότι θέλουν να σπουδάσουν στην Αθήνα, γιατί στην επαρχία δεν θα μπορούν να έχουν την οικονομική στήριξη των γονιών τους.
Σχεδόν το σύνολο των μαθητών (εννέα στους δέκα) έχουν αντιληφθεί την έξαρση της βίας στο σχολικό περιβάλλον και στις παρέες. Δηλώνουν ένας στους πέντε ότι έχει αυξηθεί η βία στο οικογενειακό τους περιβάλλον και στην ίδια αναλογία ότι έχουν οδηγηθεί -λόγω της κατάστασης- σε περισσότερο ρατσιστικές απόψεις. Οι μισοί μαθητές απαντούν ότι τα κρούσματα παραβατικότητας έχουν αυξηθεί και συχνά το σκέφτονται και οι ίδιοι, και το ένα δέκατο έχουν πέσει θύματα και οι ίδιοι.
Ελάχιστο είναι το ποσοστό των μαθητών που διαβλέπει βελτίωση της κατάστασης τα προσεχή χρόνια (ένας στους δέκα). Το ένα τρίτο των μαθητών συζητούν με την παρέα τους για την οικονομική κρίση και περισσότεροι από τους μισούς (έξι στους δέκα) ενδιαφέρονται περισσότερο για την πολιτικοοικονομική κατάσταση της χώρας. Η συντριπτική πλειοψηφία των μαθητών (εννέα στους δέκα) δηλώνουν θυμό για τις τράπεζες και τη Γερμανία. Παρόμοια είναι η αναλογία για την κυβέρνηση (οκτώ στους δέκα) και λίγο μικρότερη (εφτά στους δέκα) για τις ΗΠΑ. Πολλοί είναι οι μαθητές που θέλουν να εκφράσουν έμπρακτα την οργή τους (έξι στους δέκα), οι περισσότεροι (οκτώ στους δέκα) δηλώνουν ότι είναι πιο αποφασισμένοι να παλέψουν για ένα καλύτερο μέλλον και σχεδόν το σύνολό τους (εννέα στους δέκα) ότι πρέπει να αγωνιστούν για να αλλάξει η κατάσταση.
Ο Νίκος Αναστασάτος επισημαίνει: «Θεωρούμε σημαντικότερα ευρήματα της έρευνας τη μοναξιά, τη θλίψη, το άγχος, την ανασφάλεια και την αγωνία για το μέλλον από τα οποία διακατέχονται πολλά παιδιά, με ανυπολόγιστες συνέπειες στην ψυχοσυναισθηματική τους ισορροπία. Πολλοί μαθητές εξαιτίας της οικονομικής κρίσης έχουν εγκαταλείψει το φροντιστήριο και τη δεύτερη ξένη γλώσσα, αλλά ταυτόχρονα δηλώνουν ότι το σχολείο τους βοήθησε στο να αισθάνονται πιο συνειδητοποιημένοι και ανεκτικοί απέναντι στους άλλους. Αρκετοί από τους γονείς που εργάζονται φοβούνται μήπως χάσουν τη δουλειά τους, το βιοτικό τους επίπεδο έχει υποβαθμιστεί και πολλών η συμπεριφορά άλλαξε».
»Η μεγαλύτερη μερίδα των μαθητών επιθυμεί να σπουδάσει στην Αθήνα, γιατί οι οικογένειές τους δεν μπορούν να τους στηρίξουν οικονομικά σε σχολές της επαρχίας. Οι πάντες εντοπίζουν την αύξηση της βίας και μια ομάδα μαθητών δηλώνουν ότι έχουν πέσει θύματα παραβατικότητας. Τέλος, ελάχιστοι μαθητές είναι αυτοί που πιστεύουν ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί τα προσεχή χρόνια, νιώθουν θυμωμένοι γι’ αυτά που συμβαίνουν και σχεδόν το σύνολό τους δηλώνει ότι πρέπει να αγωνιστούν όλοι για να αλλάξει η κατάσταση».
Πηγή: www.efsyn.gr