Υποβαθμίζοντας τα δικαιώματα: το κόστος της λιτότητας στην Ελλάδα

του Χαράλαμπου Χριστόπουλου

Στις 18 Δεκεμβρίου παρουσιάστηκε στην Αθήνα η έκθεση της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (FIDH) για την Ελλάδα (http://goo.gl/T1U2qS). Έχουν υπάρξει πολλές εκθέσεις με ειδικές θεματικές, όπως το άσυλο, η μετανάστευση, η αστυνομική βία, η ελευθερία του Τύπου κ.ά, όμως είναι η πρώτη φορά που γίνεται μια συνολική αποτίμηση δικαιωμάτων σε ένα κράτος-μέλος της Ε.Ε. η πρώτη φορά που διερευνάται μια συνολική εικόνα των δικαιωμάτων στην κρίση. Και η εικόνα είναι δυσάρεστη. Πολύ δυσάρεστη.


Αυτό συμβαίνει διότι ουδέποτε αξιολογήθηκαν οι επιπτώσεις των προγραμμάτων λιτότητας στα δικαιώματα. Η δουλειά έγινε σαν να μην υπήρχαν δικαιώματα να ληφθούν υπόψη. Όλα αυτά βέβαια δεν είναι και πρωτότυπες ειδήσεις στα καθ’ ημάς. Ωστόσο, όταν έγινε η πρώτη αποστολή της FIDH στην Ελλάδα, τον Γενάρη του 2014, στη συνάντησή μας με υψηλό αξιωματούχο της Task Force, όταν του θέσαμε τον προβληματισμό μας, αυτός απάντησε με ειλικρινή βεβαιότητα: «αυτά δεν είναι ζητήματα που αφορούν τα δικαιώματα, αλλά τις πολιτικές». Για τον συνομιλητή μας, τα δικαιώματα παραβιάζονται όταν η αστυνομία δέρνει χωρίς αιτία και ως εκεί. Νομίζω ότι αυτό αναδεικνύει το μείζον θέμα μας: ότι η κυρίαρχη αντίληψη σήμερα στην Ευρώπη υπαγορεύει μια πολύ περιοριστική ερμηνεία του τι είναι δικαιώματα, στο όνομα της δημοσιονομικής αναπροσαρμογής.


Κατά την αντίληψη αυτή, κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα απλώς δεν υπάρχουν, διότι είναι παροχές που εξαρτώνται από τα περιθώρια του κράτους να τις εξασφαλίζει. Επομένως, εργασία, υγεία, παιδεία, δεν υφίστανται ως αξιώσεις της πολιτικής κοινότητας, αλλά ως δυνατότητες αυτών που μπορούν. Τα πολιτικά δικαιώματα, δικαιώματα πολιτικής συμμετοχής, είναι κι αυτά υπό αίρεση καθώς οι κρίσιμες πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονται παρά φύσιν διά της οικείας, εδώ στην Ελλάδα, οδού της ανάγκης που έχει υποκαταστήσει τον κανόνα. Τέλος, και στο πεδίο των ατομικών δικαιωμάτων τα πράγματα είναι στενά, καθώς η έλλειψη συναινέσεων οδηγεί σε μεγαλύτερη κρατική βία ή περιορισμούς της ελευθερίας της έκφρασης με τα γνωστά αποτελέσματα στη χώρα μας.



Όταν διοργανώναμε την αποστολή της FIDH για την παρουσίαση της έκθεσης, την προηγούμενη εβδομάδα, ζητήσαμε να εγχειρήσουμε την έκθεση σε μια σειρά Έλληνες ιθύνοντες από το υπουργείο Υγείας, Εργασίας, Δημόσιας Τάξης, Διοικητικής Μεταρρύθμισης, τον υπουργό Επικρατείας και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Είναι μια συνήθης πρακτική της Ομοσπονδίας, όταν παρουσιάζει κάποιο κείμενο τεκμηρίωσης. Από τους παραπάνω, το κλιμάκιο της FIDH, αποτελούμενο από το πρόεδρο και δύο αντιπροέδρους της, κατάφερε να δει μόνο τον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης, Κ. Μητσοτάκη και τον Α. Τσίπρα. Οι υπόλοιποι απλώς αδιαφόρησαν. Το υπουργείο Δημόσιας Τάξης αντιπρότεινε συνάντηση με τον γενικό γραμματέα η οποία τελικώς, για λόγους πρακτικούς, δεν έγινε. Δεν το επισημαίνω παραπονούμενος για την αγένεια, αλλά διότι δείχνει επακριβώς πού τοποθετούν τα δικαιώματα αυτοί που κυβερνάνε σήμερα.

Η έκθεση προσφέρει εμπεριστατωμένο και τεκμηριωμένο υλικό, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί εφόσον μια μελλοντική ελληνική κυβέρνηση αποφασίσει επιτέλους να διαπραγματευθεί σοβαρά με την Ευρωπαϊκή Ένωση για το μέλλον αυτού του τόπου. Και αυτό, διότι δείχνει ότι το «ελληνικό ζήτημα» δεν είναι προϊόν ενός εθνικού πολιτικού ιδιωματισμού, αλλά ευρωπαϊκή οπισθοχώρηση από τα θεμελιώδη της κληρονομιάς του φιλελευθερισμού (όχι του νεοφιλελευθερισμού) και της δημοκρατίας. Η Ευρώπη είναι και μια παράδοση δικαιωμάτων η οποία εκφυλίζεται. Η –υπό την ευρεία έννοια– ευρωπαϊκή Δεξιά έδειξε ότι θεωρεί επιβεβλημένο, ή έστω αναγκαίο κακό, τον εκφυλισμό της. Ειδικά στην Ελλάδα, όπου η Δεξιά έχει, για λόγους ιστορικούς, πολύ μικρή κουλτούρα δικαιωμάτων, οδηγηθήκαμε σε καταστάσεις εξαιρετικά δυσάρεστες. Μένει να δούμε αν η Αριστερά θα φανεί ικανή να σώσει την τιμή της δημοκρατίας, των δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Μεγάλο στοίχημα για όλη την Ευρώπη.


Ο Δημήτρης Χριστόπουλος είναι αντιπρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου